Μάσκα Μεγάλου Αλεξάνδρου,χειροποίητη και βαμμένη σε μουσειακά χρώματα.
Γέννηση και βιογραφία.
Ο Μέγας Αλέξανδρος (Αρχαία Πέλλα, Ιούλιος 356 π.Χ. – Βαβυλώνα, 10 Ιουνίου 323 π.Χ.). Κοινώς γνωστός ως Αλέξανδρος ο Μέγας ή Αλέξανδρος Γ΄ ο Μακεδών. Ήταν Έλλην Βασιλεύς του Βασιλείου της Μακεδονίας, αυτοκράτορας της Μακεδονικής αυτοκρατορίας (μετά την εκστρατεία του) και μέλος της δυναστείας των Αργεαδών. Ήταν ο ηγεμόνας της Πανελλήνιας Συμμαχίας . Οι κατακτήσεις αποτέλεσαν τον θεμέλιο λίθο της Ελληνιστικής εποχής
Γεννήθηκε στην Πέλλα της Μακεδονίας τον Ιούλιο του έτους 356 π.Χ.. Γονείς του ήταν ο βασιλιάς Φίλιππος Β’ της Μακεδονίας και η πριγκίπισσα Ολυμπιάδα της Ηπείρου. Υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους στρατηγούς στην ιστορία, και κατά την περίοδο των 13 ετών της βασιλείας του (336 – 323 π.Χ.) κατέκτησε το μεγαλύτερο μέρος του τότε γνωστού κόσμου. Μικρά Ασία, Περσία, Αίγυπτο κλπ, φτάνοντας στις παρυφές της Ινδίας, και χωρίς να έχει ηττηθεί σε μάχη που ο ίδιος συμμετείχε. Οι Αλεξανδρινοί χρόνοι αποτελούν το τέλος της κλασικής αρχαιότητας και την απαρχή της περιόδου της παγκόσμιας ιστορίας γνωστής ως Ελληνιστικής. Πέθανε στη Βαβυλώνα, στις 10 Ιουνίου του 323 π.Χ., σε ηλικία 32 ετών. Το σύνολο της επιρροής του, τον κατατάσσει μεταξύ των κορυφαίων παγκοσμίων προσωπικοτήτων όλων των εποχών με τη μεγαλύτερη επιρροή, μαζί με τον δάσκαλο του Αριστοτέλη.
Ανάληψη εξουσίας.
Όταν δολοφονήθηκε ο Φίλιππος, ο Αλέξανδρος ήταν μονάχα 20 ετών και φαινόταν τρωτός. Μολαταύτα, συγκρότησε τη δική του σωματοφυλακή, και κινήθηκε γρήγορα εξουδετερώνοντας όλους τους πιθανούς διεκδικητές του θρόνου. Εισέβαλε μετά στη Θεσσαλία και προχώρησε προς νότο αναγνωριζόμενος από όλους. Δεν εκδηλώθηκε καμιά επαναστατική κίνηση και το φθινόπωρο του 336 το συνέδριο της Κορίνθου τον ανακήρυξε, όπως είχε ανακηρύξει και τον Φίλιππο, «στρατηγό αυτοκράτορα της Ελλάδος» για την εναντίον των Περσών εκστρατεία. Κατά τον Πλούταρχο, στην Κόρινθο ο Αλέξανδρος συνάντησε και τον κυνικό φιλόσοφο Διογένη ωστόσο πολλοί νεότεροι ιστορικοί αμφισβητούν την ιστορικότητα αυτού του γεγονότος, κατατάσσοντάς το στη μεταγενέστερη ανεκδοτολογία που πλάστηκε για τον μακεδόνα βασιλιά.
Σκοπός
Την εκστρατεία κατά των Περσών, είχε ήδη αποφασίσει να θέσει σε λειτουργία, μόλις ανέβηκε στον θρόνο της Μακεδονίας. Ο πατέρας του, Φίλιππος, είχε ήδη βάλει τις βάσεις αυτού του σχεδίου και του είχε μάθει από παιδί να μην έχει τίποτα άλλο στον νου του παρά αυτόν τον σκοπό. Ο Φίλιππος είχε νικήσει τους Ιλλυριούς και τους Θράκες, τους Παίονες και τους Σκύθες. Δημιούργησε μετά την Μάχη της Χαιρώνειας μια ομοσπονδία από ελληνικά κράτη για την απελευθέρωση των ελληνικών πόλεων της Μικράς Ασίας και την τιμωρία των απογόνων του Ξέρξη. Ο Φίλιππος, Έλληνας και ο ίδιος, ήθελε τους υπόλοιπους Έλληνες στο πλευρό του για την σχεδιαζόμενη εκστρατεία κατά των Περσών. Ήθελε να αφήσει μια σταθερή Ελλάδα πίσω του όταν ξεκινούσε την εκστρατεία. Η δολοφονία του Φίλιππου άφησε στα χέρια του 20χρονου Αλέξανδρου την αποστολή αυτή.
Η εκστρατεία
Το 335 π.Χ. έστειλε τον Παρμενίωνα για να εξασφαλίσει το πέρασμα της Προποντίδας. Την άνοιξη του 334 π.Χ., πέρασε τον Ελλήσποντο με στρατό 30.000 πεζών και 5.000 και πλέον ιππέων, ενώ ο στόλος του απαρτιζόταν από 160 πλοία. Οι Πέρσες δεν πρόβαλλαν αντίσταση στη διάβαση του στενού. Οι προμήθειες έφταναν για 30 μέρες και οι οικονομικοί πόροι ανέρχονταν περίπου στα 70 χρυσά τάλαντα.
Η στρατιωτική δύναμη ήταν ομολογουμένως μικρή σε σχέση με τα σχέδια του Αλεξάνδρου. Οι Πέρσες, με την απέραντη αυτοκρατορία τους που περιελάμβανε πολλούς λαούς και φυλές, θα μπορούσαν να αντιπαρατάξουν πολύ μεγαλύτερο στρατό. Αλλά ο Αλέξανδρος βασιζόταν στην ταχύτητα και την τόλμη καθώς και στις καλά εκπαιδευμένες και εξοπλισμένες μακεδονικές φάλαγγές του και το βαρύ ιππικό των Εταίρων.
Η μακεδονική φάλαγγα αποτελούνταν από πεζέταιρους οπλισμένους με σάρισα, δόρυ μήκους 6 μέτρων. Πιθανόν επινόηση του Φιλίππου Β’, βασισμένη στη θηβαϊκή φάλαγγα. Το ιππικό επάνδρωναν οι ευγενείς, οι Εταίροι όπως ονομάζονταν. Τον στρατό συμπλήρωναν σώματα Αγριάνων ακοντιστών, τοξοτών και πελταστών. Μολονότι τον πυρήνα του στρατού αποτελούσαν οι Μακεδόνες, στις γραμμές του περιλαμβάνονταν πολεμιστές από ελληνικές πόλεις-κράτη και από τα βασίλεια της Μικράς Ασίας. Αυτήν την ετερογενή δύναμη ένωναν οι δεσμοί πειθαρχίας, εκπαίδευσης και οργάνωσης, αλλά και η αφοσίωση που ενέπνεε ο Αλέξανδρος.